Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

Παγκόσμια διακυβέρνηση και Ελλάδα: Η κατάληξη του πειράματος

Στό άρθρο αυτό, πού είναι συνέχεια των δύο προηγούμενων: «προτεσταντικός φονταμενταλισμός αμερικανοποίηση του πλανήτη καί παγκόσμια διακυβέρνηση» καί «παγκόσμια διακυβέρνηση καί Ελλάδα», θα προσπαθήσουμε να προβλέψουμε τήν αντίδραση του ελληνικού λαού στά τεκταινόμενα.

Κατ’ αρχάς θα πρέπει να αρθεί η δυσαρμονία μεταξύ των επιδιώξεων του πολιτικού συστήματος καί των συμφερόντων της μεγάλης πλειοψηφίας της κοινωνίας. Η σημερινή κατάσταση, με το πολιτικό σύστημα αυτονομημένο από την κοινωνία, να παίρνει αποφάσεις ερήμην της ή καί εναντίον της δέν είναι δυνατόν να διατηρηθεί γιά πολύ. Ή μεγάλα τμήματα του λαού θα πεισθούν ότι οι αποφάσεις του παρόντος θα λειτουργήσουν πρός το συμφέρον τους στό μέλλον ή το πολιτικό σύστημα θα ανατραπεί. Το πρώτο, στό οποίο ποντάρει η κυβέρνηση, δε φαίνεται καθόλου πιθανό, καθώς η τρόικα θα κλιμακώνει τις πιέσεις της γιά την γρήγορη προσαρμογή της χώρας στα κελεύσματα της διεθνούς χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας, πιέσεις στίς οποίες η αντίσταση του πολιτικού συστήματος στο σύνολό του είναι από εντελώς μηδενική, έως φραστική αλλά μηδενική στην πράξη. Δέ μένει λοιπόν παρά το δεύτερο, δηλαδή η ανατροπή του. Πρίν μιλήσουμε όμως γι αυτό, ας προσπαθήσουμε πρώτα να διαγράψουμε την εξέλιξη που θα έχει η ελληνική κοινωνία στα επόμενα χρόνια.
Στό προηγούμενο άρθρο μας, αναφέραμε ότι το στρώμα των μικρομεσαίων επιχειρηματιών καί των ελεύθερων επαγγελματιών στη Ελλάδα είναι πολυάριθμο. Φτάνει στο ποσοστό του 35%. Αυτό θα αλλάξει γρήγορα. Το ποσοστό αυτό θα μειωθεί στά επόμενα χρόνια σημαντικά. Ήδη έχει ξεκινήσει η σχετική διεργασία με το κλείσιμο των καταστημάτων καί την απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων. Γενικά θα λέγαμε ότι αυτή τη στιγμή βιώνουμε μία δραστική επιδείνωση των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης. Η επιδείνωση αυτή έχει ως παρεπόμενο την περαιτέρω επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων καί την αύξηση της ανεργίας. Διογκώνεται έτσι συνεχώς το ποσοστό του πληθυσμού πού εν δυνάμει αντιτάσσεται στά προωθούμενα σχέδια. Στό βάθος του ορίζοντα αυτό πού διαφαίνεται είναι η τοποθέτηση της μεγάλης πλειοψηφίας της κοινωνίας, απέναντι στά ολιγάριθμα στρώματα των συνδεδεμένων με τη διεθνή χρηματοπιστωτική ελίτ μεγαλοεπιχειρηματιών καί στό αυτονομημένο πολιτικό σύστημα, πού είτε συνειδητά, είτε μη αντιδρώντας αποτελεσματικά, τά υποστηρίζει.

Στό σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθούμε λίγο εκτενέστερα στο φαινόμενο της ανεργίας η οποία θα παίξει ρόλο καταλύτη στίς εξελίξεις. Ανεργία (μέχρι σήμερα κυρίως ανεργία των νέων) υπήρχε πάντα στην Ελλαδα πλήν όμως η ανεργία αυτή δέν οδηγούσε σε κοινωνικά προβλήματα καθώς οι οικογένειες αναλάμβαναν το κόστος διαβίωσης των παιδιών τους ακόμα καί σέ μεγάλη ηλικία μέχρι να βρούν δουλειά. Στό μέλλον, αυτό δεν θα μπορεί να συνεχιστεί αφού το εισόδημα των οικογενειών συνεχώς υποχωρεί. Στην ανεργία δέ των νέων θα προστεθεί καί η ανεργία των μεγαλύτερων ηλικιών, που θα αποκτήσει μονιμότερο χαρακτήρα, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μεσοπρόθεσμα, εκρηκτικών καταστάσεων. Η ανεργία μπορεί να αποτελέσει την θρυαλλίδα που θα οδηγήσει στην έκρηξη.

Εδώ γεννάται το ερώτημα: Οι παραπάνω κοινωνικές μεταβολές θα οδηγήσουν από μόνες τους καί αυτόματα σε καθολική εξέγερση καί πότε θα γίνει αυτό αφού πρός το παρόν τα πράγματα φαίνονται να ηρεμούν, μετά από μιά πρώτη περίοδο κινητοποιήσεων, καί η κοινωνία δείχνει να μη συμφωνεί μέν, αλλά να αποδέχεται στωικά τα μέτρα; Η απάντηση είναι όχι. Αυτοματισμοί δέν υπάρχουν. Αυτό που αναμένεται πρός το παρόν είναι μόνον επιμέρους κινητοποιήσεις από τίς ομάδες που κάθε φορά θα θίγονται όπως συνέβει τίς προηγούμενες ημέρες μέ τους ιδιοκτήτες φορτηγών ΔΧ. Η φαινομενική ηρεμία πάντως δέν θα πρέπει να ξεγελάει. Εξηγείται. Μέχρι τώρα σέ όλη την περίοδο από την μεταπολίτευση, οι κινητοποιήσεις ήσαν μέρος ενός «διαλόγου» μεταξύ του λαού καί της εξουσίας. Ήσαν δηλαδή πλήρως ενταγμένες στό σύστημα. Όταν υπήρχε διαφωνία σέ κάποια μέτρα πού έπαιρνε η εκάστοτε κυβέρνηση, η κινητοποίηση το διατράνωνε αυτό καί αρκετές φορές τα μέτρα παίρνονταν πίσω ή μετριάζονταν. Ας θυμηθούμε τα μέτρα Γιαννίτση γιά το ασφαλιστικό τα οποία πάρθηκαν πίσω από την κυβέρνηση Σημίτη μετά από τίς τεράστιες διαδηλώσεις πού ξεσήκωσαν. Το ίδιο έγινε προσπάθεια νά γίνει καί με το μνημόνιο. Πρίν υπογραφεί είχαμε σημαντικές κινητοποιήσεις με αποκορύφωμα την πρωτοφανή σέ όγκο καί μαχητικότητα διαδήλωση της 3ης Μαίου. Το αίτημα ήταν να μήν υπογραφεί το μνημόνιο. Το μνημόνιο υπογράφτηκε όμως, καί έκτοτε οι κινητοποιήσεις άρχισαν να φθίνουν. Ο λαός κατάλαβε ότι αυτός ο ιδιότυπος «διάλογος» με την εξουσία πλέον δέν έχει νόημα. Τα πράγματα έχουν δρομολογηθεί καί δέν γυρίζουν πίσω. Άλλωστε καί η εξουσία η ίδια δέν ανήκει καθ’ ολοκληρίαν στην κυβέρνηση. Ένα μεγάλο κομμάτι της το διαχειρίζονται ξένοι.

Τώρα βρισκόμαστε σε μιά μεταβατική φάση όπου ο καθένας κοιτάζει ατομικά να αντιμετωπίσει τό πρόβλημά του. Όταν μετά από κάποια περίοδο εξαντληθούν οι ατομικές λύσεις, τότε ο κόσμος θα ξαναβγεί απ’ τα σπίτια του καί οι διαδηλώσεις θα ξαναρχίσουν μόνο που τότε δεν θα είναι διαδηλώσεις έκφρασης γνώμης αλλά θα είναι διαδηλώσεις συγκρουσιακές, εξεγερσιακού χαρακτήρα μέ όλο καί πιό έντονο πολιτικό περιεχόμενο. Ποιός όμως θα ηγηθεί σέ αυτές τίς διαδηλώσεις καί πού τελικά θα οδηγήσουν; Η απάντηση στην ερώτηση αυτή δέν μπορεί να είναι μονοσήμαντη. Υπάρχουν δύο εναλλακτικές λύσεις. Η πρώτη είναι να προέλθει η νέα πολιτική ηγεσία της χώρας από το υπάρχον πολιτικό σύστημα. Γιά να γίνει αυτό θά πρέπει κάποια προβεβλημένη προσωπικότητα χωρίς βεβαρυμένο παρελθόν, επικεφαλής σημαντικής ομάδας να διαχωρίσει σαφώς καί κάθετα τη θέση της από το μνημόνιο καί να αποφασίσει να το πολεμήσει αφού προηγουμένως διαρρήξει εντελώς τη σχέση της με το πολιτικό σύστημα. Στή συνέχεια θα πρέπει να πείσει γιά τη συνέπειά της καί την αγωνιστικότητά της τον ελληνικό λαό παρουσιάζοντας καί ρεαλιστικές προτάσεις γιά τήν έξοδο από τήν κρίση. Τέτοια προσωπικότητα επί τού παρόντος δέν φαίνεται να υπάρχει. Ίσως πιό πιθανό είναι να προέλθει κάποια αξιόπιστη πρωτοβουλία από την αριστερά μέ τόν σχηματισμό μετωπικου σχήματος, μέ σαφείς στόχους καί πρόγραμμα, πού να μπορέσει να εκφράσει τον λαό. Καί αυτό όμως πρός το παρόν φαίνεται δύσκολο καθώς προυποθέτει αλλαγή ηγεσίας. Μέ τις υπάρχουσες ηγεσίες τα κόμματα της αριστεράς δέν μπορούν να κάνουν κάτι περισσότερο από αυτό που κάνουν ήδη. Δηλαδή μιά φραστική αντιπαράθεση με τις πολιτικές του μνημονίου καί μηδενική αντίσταση στήν πράξη.

Τί μένει λοιπόν; Η άλλη λύση. Η ηγεσία θα αναδειχθεί «από τα κάτω». Από τόν ίδιο τον λαό ο οποίος κάποια στιγμή θα καταλάβει ότι δέν έχει άλλη λύση από το να πάρει την κατάσταση στά χέρια του. Δέν έχει άλλη λύση από το να δημιουργήσει δομές αυτοοργάνωσης σέ όλους τούς χώρους που εργάζεται καί ζεί. Μέσα από αυτές τίς δομές θα αναδειχθεί η νέα πολιτική ηγεσία της χώρας. Μιά ηγεσία δοκιμασμένη σέ δύσκολες συνθήκες καί βγαλμένη μέσα από τόν λαό. Ακούγονται μήπως ουτοπικά όλα αυτά σε μερικά αυτιά; Καί όμως δέν είναι. Έχουν ξαναγίνει πολλές φορές στό παρελθόν, διεθνώς καί στην Ελλάδα, κάτω από ανάλογες συνθήκες. Η ιστορία προσφέρει αρκετά τέτοια παραδείγματα.
Πού θα οδηγήσουν όμως όλα αυτά; Θα οδηγήσουν στήν πλήρη ανατροπή του πολιτικού σκηνικού μέσα σέ ένα χρονικό ορίζοντα 4 έως 5 χρόνων. Η ανατροπή τού πολιτικού σκηνικού θά είναι το αποτέλεσμα γενικευμένης εξέγερσης η οποία θα κορυφώσει τίς συγκρουσιακές κινητοποιήσεις της προηγούμενης περιόδου. Στό μεταξύ διάστημα, το υπάρχον πολιτικό σύστημα θα οργανώνει εκλογές στίς οποίες θα εκφράζεται όλο καί περισσότερο η αδιαφορία του λαού μέσω της αποχής καί του λευκού – άκυρου. Ενδεχομένως αρκετές κυβερνήσεις θα εναλλαχθούν στήν εξουσία των οποίων ο βίος θά είναι όλο καί πιό βραχύβιος. Καθώς θα προχωράει ο χρόνος όλα θα φαίνεται να προετοιμάζουν την επερχόμενη γενική εξέγερση. Στο βάθος τού τούνελ δέ θα φαίνεται φώς. Μιά βαθυκόκκινη ανταύγεια φωτιάς θα σπάει το σκοτάδι.

Τελειώνοντας ίσως θα έπρεπε να διευκρινίσουμε ένα – δυό πράγματα ακόμη. Κατ’ αρχάς αυτά που περιγράφονται παραπάνω συνιστούν αυτό που λέμε κοινωνική επανάσταση; Η απάντηση είναι όχι. Μιλάμε γιά ανατροπή πολιτικού σκηνικού. Η κοινωνική επανάσταση είναι κάτι ριζικώτερο καί βαθύτερο. Καί τό δεύτερο: Η πορεία που διαγράφηκε υπάρχει πιθανότητα να διακοπεί από κάτι έκτακτο; Η απάντηση εδώ είναι ναί. Δέν είναι καθόλου απίθανο να υπάρξει μιά εμπλοκή στά εθνικά θέματα οπότε τότε τα δεδομένα θα αλλάξουν άρδην. Στην περίπτωση αυτή πολλά από αυτά που αναφέρθηκαν σ’ αυτά τα τρία άρθρα θα πρέπει ίσως να αναθεωρηθούν. Θα πρέπει να δούμε ξανά τα πράγματα μέ άλλο μάτι. Άλλωστε αυτό που συμβαίνει σήμερα στήν Ελλάδα, δηλαδή το νά κερδίζει ένα κόμμα τις εκλογές με κάποιο πρόγραμμα καί να εφαρμόζει ως κυβέρνηση τά εντελώς αντίθετα, έχει συμβεί άλλη μιά φορά. Στίς εκλογές του 1920. Τα αντιβενιζελικά κόμματα τίς κέρδισαν με κεντρικό σύνθημα τό σταμάτημα τού πολέμου. Μόλις όμως ανέβηκαν στήν κυβέρνηση έκαναν τό εντελώς αντίθετο. Συνέχισαν τόν πόλεμο. Καί το αποτέλεσμα;
Η μικρασιατική καταστροφή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου